Οι πρώτες αποδόσεις του Κυπριακού ιδιώματος ήταν περιστασιακές κατά τις δυνατότητες, που προσέφερε η ιστορική ορθογραφία. Στηριζόταν κυρίως στην προφορά των συνιζήσεων, όπως ακούεται μέχρι σήμερα, ακόμη και σε επίσημο λόγο. Ο Σίμος Μενάρδος στις μελέτες του και στην επιμέλεια των ποιημάτων του Βασιλείου Μιχαηλίδη χρησιμοποίησε μελανότερα ψηφία προς απόδοση των ιδιωματικών φθόγγων. Το Ιστορικόν Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών, στο οποίο υπηρετούσε και ο Κύπριος Χρίστος Παντελίδης, απέδωσε τους ιδιωματικούς φθόγγους δι᾿ εστιγμένων ψηφίων. Η απόδοση του Κυπριακού ιδιώματος αποτελεί συνέχεια της αποδόσεως με ελληνικά ψηφία της Τουρκικής γλώσσας στα καραμανλίδικα βιβλία.
Η απόδοση των ιδιωματικών φθόγγων του Κυπριακού ιδιώματος υπό του Ιστορικού Λεξικού της Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών εισήχθη στην Κύπρο, αφ᾿ ότου εζητήθη από τους Κυπρίους συλλογείς γλωσσικού και λαογραφικού υλικού η ακριβής απόδοση των ιδιωματικών τύπων. Παρά ταύτα, καθένας προς πληρέστερη απόδοση απέδιδε το ιδίωμα κατά το δοκούν, ώστε δημιουργήθηκε μια περίπλοκη κατάσταση. Συνέβαινε ένας και ο αυτός φθόγγος νά ἔχει δεκάδες αποδόσεων.
Με την εισαγωγή εστιγμένων, ακόμη και ξένων, ψηφίων στο σώμα λέξεων του Κυπριακού ιδιώματος και την απροσδιόνυσο γραφή προς απόδοση προφοράς δημιουργούνται υβρίδια, αδιάγνωστα στον ιστορικό κώδικα αποδόσεως της Ελληνικής γλώσσας. Οι ομόγλωσσοι χρειάζονται κοινό κώδικα γραφής, για να έχουν απρόσκοπτη πρόσβαση στη γλώσσα τους. Με την ανοργάνωτη απόδοση του Κυπριακού ιδιώματος αποκόπτεται απρόσκοπτοςπρόσβαση των άλλων Ελλήνων σ᾿ αυτό.
Ο Διευθυντής του Κέντρου Θησαυρού Κυπριακής Ελληνικής, διορισμένος επί τρακονταετία ως γλωσσολόγος στο Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών, το ανώτερο επιστημονικό ίδρυμα στην Κύπρο τότε, και υπεύθυνος επιμελητής των εκδόσεών του και των εκδόσεων της συμβιούσης Εταιρείας Κυπριακών Σπουδών, θεώρησε ως καθήκον του να καταρτίσει σύστημα αποδόσεως του Κυπριακού ιδιώματος. Έτσι κατάρτισε και εφάρμοσε δύο συστήματα.
Το πρώτο σύστημα αποτελεί βελτίωση του υπάρχοντος συστήματος αποδόσεως του Κυπριακού ιδιώματος του Ιστορικού Λεξικού της Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών. Το βελτιωμένο αυτό σύστημα έγινε κοινό κτήμα εκδοτών και τυπογράφων.
ο δεύτερο σύστημα είναι ιστορικοφωνολογικό. Έχει ως βάση τη φωνολογία του Κυπριακού ιδιώματος κατά τους αμέσως πρόσφατους αιώνες, η οποία συμπίπτει προς τη φωνολογία της καθόλου Ελληνικής γλώσσας. Η φωνολογία του σημερινού Κυπριακού ιδιώματος προέρχεται από την κοινή φωνολογία των προηγουμένων αιώνων. Προς δήλωση της ιστορικής αυτής σχέσεως στίζονται τα γράμματα, που παριστούν την προηγούμενη ιστορική φωνολογία. Με το σύστημα αυτό οι ιδιωματικοί φθόγγοι του Κυπριακού ιδιώματος υπάγονται ως αλλόφωνα στους κοινούς φθόγγους της Ελληνικής γλώσσας. Έτσι κατά τη γραφική απόδοση το ιδίωμα καθίσταται προσιτό σε όλους τους Έλληνες.
Το ιστορικοφωνολογικό σύστημα αποδόσεως του Κυπριακού ιδιώματος έγινε δεκτό από τον τότε διευθυντή του Ιστορικού Λεξικού της Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών Δικαίο Βαγιακάκο, ο οποίος, συνοδευόμενος από τον συντάκτη γλωσσολόγο Νικόλαο Κοντοσόπουλο, κατήλθε στην Κύπρο, για να καταγράψει το Κυπριακό ιδίωμα και να λάβει σύστημα αποδόσεώς του σε συνεργασία με το Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών. Το σύστημα εφαρμόστηκε στο τοπωνυμικό λεξικό Α Complete Gazetteer of Cyprus, τό οποίο κατατέθηκε στα Ηνωμένα Έθνη, στο βιβλίο Κυπριακά Δημώδη Άσματα και σε σχολικές εκδόσεις της Υπηρεσίας Αναπτύξεως Προγραμμάτων του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού. Παρά ταύτα, δεν έτυχε ευρείας αποδοχής. Αντιδρούσαν κυρίως σ᾿ αυτό μερικοί, που έλαβαν το βελτιωμένο σύστημα αποδόσεως του Κυπριακού ιδιώματος.
Στο Κέντρον Θησαυρού Κυπριακής Ελληνικής το Κυπριακό ιδίωμα αποδίδεται με το ιστορικοφωνολογικό σύστημα, αλλά χωρίς οιανδήποτε στίξη γραμμάτων. Έτσι το Κυπριακό ιδίωμα αποδίδεται διά συμβατικού αλφαβήτου, χωρίς δήλωση προφοράς, όπως η Ελληνική γλώσσα. Η Ελληνική γλώσσα κατά την ιστορική διαδρομή της είχε διακυμάνσεις προφοράς, αλλά από των αρχαίων χρόνων μέχρι σήμερα, τουλάχιστον μέχρι της γλωσσικής μεταρρυθμίσεως, γράφεται με το αυτό συμβατικό αλφάβητο.
Η απόδοση της προφοράς των διαφόρων γλωσσών γίνεται διά του διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου. Όμως καμμιά χώρα δεν χρησιμοποιεί στους χάρτες και στσ διαβατήριά της το διεθνές φωνητικό αλφάβητο προς απόδοση της προφοράς της γλώσσας της. Ακόμη και η τυποποίηση των ονομάτων των χωρών του κόσμου, η οποία διεξάγεται υπό των Ηνωμένων Εθνών, αποδίδει τα ονόματα διά συμβατικού ρομανικού αλφαβήτου, όχι διά του διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου.
Η προφορά του συγχρόνου Κυπριακού ιδιώματος δεν δηλώνεται στα κείμενα, αλλά προνοείται στη λεξικογραφία. Το Λεξικό της Κυπριακής Ελληνικής θα συμπεριλαμβάνει μετά το λήμμα εντός παρενθέσεως και την απόδοση στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο, όπως γίνεται και σε λεξικά ξένων γλωσσών. Επίσης τα κείμενα του συγχρόνου Κυπριακού ιδιώματος, τα οποία ενοποιούνται κατά το συμβατικό αλφάβητο, θα παραδίδωνται και σε φωτογραφίες κατά την αρχική μορφή τους.
Εστιγμένα γράμματα μπορούν να χρησιμοποιούνται σε γλωσσικές μελέτες, που αναγράφουν παραδείγματα στο συμβατικό αλφάβητο.
Η απόδοση των ιδιωματικών φθόγγων του Κυπριακού ιδιώματος υπό του Ιστορικού Λεξικού της Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών εισήχθη στην Κύπρο, αφ᾿ ότου εζητήθη από τους Κυπρίους συλλογείς γλωσσικού και λαογραφικού υλικού η ακριβής απόδοση των ιδιωματικών τύπων. Παρά ταύτα, καθένας προς πληρέστερη απόδοση απέδιδε το ιδίωμα κατά το δοκούν, ώστε δημιουργήθηκε μια περίπλοκη κατάσταση. Συνέβαινε ένας και ο αυτός φθόγγος νά ἔχει δεκάδες αποδόσεων.
Με την εισαγωγή εστιγμένων, ακόμη και ξένων, ψηφίων στο σώμα λέξεων του Κυπριακού ιδιώματος και την απροσδιόνυσο γραφή προς απόδοση προφοράς δημιουργούνται υβρίδια, αδιάγνωστα στον ιστορικό κώδικα αποδόσεως της Ελληνικής γλώσσας. Οι ομόγλωσσοι χρειάζονται κοινό κώδικα γραφής, για να έχουν απρόσκοπτη πρόσβαση στη γλώσσα τους. Με την ανοργάνωτη απόδοση του Κυπριακού ιδιώματος αποκόπτεται απρόσκοπτοςπρόσβαση των άλλων Ελλήνων σ᾿ αυτό.
Ο Διευθυντής του Κέντρου Θησαυρού Κυπριακής Ελληνικής, διορισμένος επί τρακονταετία ως γλωσσολόγος στο Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών, το ανώτερο επιστημονικό ίδρυμα στην Κύπρο τότε, και υπεύθυνος επιμελητής των εκδόσεών του και των εκδόσεων της συμβιούσης Εταιρείας Κυπριακών Σπουδών, θεώρησε ως καθήκον του να καταρτίσει σύστημα αποδόσεως του Κυπριακού ιδιώματος. Έτσι κατάρτισε και εφάρμοσε δύο συστήματα.
Το πρώτο σύστημα αποτελεί βελτίωση του υπάρχοντος συστήματος αποδόσεως του Κυπριακού ιδιώματος του Ιστορικού Λεξικού της Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών. Το βελτιωμένο αυτό σύστημα έγινε κοινό κτήμα εκδοτών και τυπογράφων.
ο δεύτερο σύστημα είναι ιστορικοφωνολογικό. Έχει ως βάση τη φωνολογία του Κυπριακού ιδιώματος κατά τους αμέσως πρόσφατους αιώνες, η οποία συμπίπτει προς τη φωνολογία της καθόλου Ελληνικής γλώσσας. Η φωνολογία του σημερινού Κυπριακού ιδιώματος προέρχεται από την κοινή φωνολογία των προηγουμένων αιώνων. Προς δήλωση της ιστορικής αυτής σχέσεως στίζονται τα γράμματα, που παριστούν την προηγούμενη ιστορική φωνολογία. Με το σύστημα αυτό οι ιδιωματικοί φθόγγοι του Κυπριακού ιδιώματος υπάγονται ως αλλόφωνα στους κοινούς φθόγγους της Ελληνικής γλώσσας. Έτσι κατά τη γραφική απόδοση το ιδίωμα καθίσταται προσιτό σε όλους τους Έλληνες.
Το ιστορικοφωνολογικό σύστημα αποδόσεως του Κυπριακού ιδιώματος έγινε δεκτό από τον τότε διευθυντή του Ιστορικού Λεξικού της Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών Δικαίο Βαγιακάκο, ο οποίος, συνοδευόμενος από τον συντάκτη γλωσσολόγο Νικόλαο Κοντοσόπουλο, κατήλθε στην Κύπρο, για να καταγράψει το Κυπριακό ιδίωμα και να λάβει σύστημα αποδόσεώς του σε συνεργασία με το Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών. Το σύστημα εφαρμόστηκε στο τοπωνυμικό λεξικό Α Complete Gazetteer of Cyprus, τό οποίο κατατέθηκε στα Ηνωμένα Έθνη, στο βιβλίο Κυπριακά Δημώδη Άσματα και σε σχολικές εκδόσεις της Υπηρεσίας Αναπτύξεως Προγραμμάτων του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού. Παρά ταύτα, δεν έτυχε ευρείας αποδοχής. Αντιδρούσαν κυρίως σ᾿ αυτό μερικοί, που έλαβαν το βελτιωμένο σύστημα αποδόσεως του Κυπριακού ιδιώματος.
Στο Κέντρον Θησαυρού Κυπριακής Ελληνικής το Κυπριακό ιδίωμα αποδίδεται με το ιστορικοφωνολογικό σύστημα, αλλά χωρίς οιανδήποτε στίξη γραμμάτων. Έτσι το Κυπριακό ιδίωμα αποδίδεται διά συμβατικού αλφαβήτου, χωρίς δήλωση προφοράς, όπως η Ελληνική γλώσσα. Η Ελληνική γλώσσα κατά την ιστορική διαδρομή της είχε διακυμάνσεις προφοράς, αλλά από των αρχαίων χρόνων μέχρι σήμερα, τουλάχιστον μέχρι της γλωσσικής μεταρρυθμίσεως, γράφεται με το αυτό συμβατικό αλφάβητο.
Η απόδοση της προφοράς των διαφόρων γλωσσών γίνεται διά του διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου. Όμως καμμιά χώρα δεν χρησιμοποιεί στους χάρτες και στσ διαβατήριά της το διεθνές φωνητικό αλφάβητο προς απόδοση της προφοράς της γλώσσας της. Ακόμη και η τυποποίηση των ονομάτων των χωρών του κόσμου, η οποία διεξάγεται υπό των Ηνωμένων Εθνών, αποδίδει τα ονόματα διά συμβατικού ρομανικού αλφαβήτου, όχι διά του διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου.
Η προφορά του συγχρόνου Κυπριακού ιδιώματος δεν δηλώνεται στα κείμενα, αλλά προνοείται στη λεξικογραφία. Το Λεξικό της Κυπριακής Ελληνικής θα συμπεριλαμβάνει μετά το λήμμα εντός παρενθέσεως και την απόδοση στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο, όπως γίνεται και σε λεξικά ξένων γλωσσών. Επίσης τα κείμενα του συγχρόνου Κυπριακού ιδιώματος, τα οποία ενοποιούνται κατά το συμβατικό αλφάβητο, θα παραδίδωνται και σε φωτογραφίες κατά την αρχική μορφή τους.
Εστιγμένα γράμματα μπορούν να χρησιμοποιούνται σε γλωσσικές μελέτες, που αναγράφουν παραδείγματα στο συμβατικό αλφάβητο.